σκόμβρος

σκόμβρος

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "σκόμβρος" в других словарях:

  • Σκόμβρος — mackerel masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκόμβρος — mackerel masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκόμβρος — ο, ΝΑ λόγια ονομασία τού ψαριού σκουμπρί. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται μάλλον για δάνεια λ. από το προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα. Τη λ. δανείστηκε η Λατινική (πρβλ. λατ. scomber), ενώ στη Νέα Ελληνική χρησιμοποιείται το υποκορ. σκουμπρί*] …   Dictionary of Greek

  • Σκόμβροι — Σκόμβρος mackerel masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκόμβροι — σκόμβρος mackerel masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκόμβροις — Σκόμβρος mackerel masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκόμβροις — σκόμβρος mackerel masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκόμβρον — Σκόμβρος mackerel masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκόμβρον — σκόμβρος mackerel masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκόμβρου — Σκόμβρος mackerel masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκόμβρου — σκόμβρος mackerel masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»